Skip to main
Θησαυρός Ανθρωπιστικών Επιστημών ΔΥΑΣ

Αναζήτηση στο λεξιλόγιο

Γλώσσα περιεχομένου

Concept information

ΠΡΟΤΙΜΩΜΕΝΟΣ ΟΡΟΣ

869Participle  

ΠΛΑΤΥΤΕΡΟΙ ΟΡΟΙ

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΤΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ

  • A participle is a part of speech derived from a verb that is used in a sentence to modify a noun, noun phrase, verb, or verb phrase, and plays a role similar to an adjective or adverb. It is one of the types of nonfinite verb forms. Usually, the participles "share" some of the categories of the adjective or noun (gender, number, case) and some of those of the verb (tense and voice).

ΠΗΓΗ

  • Οικονόμου 1999

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗΣ

  • Katsiadakis Helen (AA)

ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ

  • Chatzimichail Christos (AA)

ΝΟΤΑΤΙΟΝ

  • 869

ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ

URI

https://humanitiesthesaurus.academyofathens.gr/dyas-resource/Concept/869

Κατεβάστε αυτή την έννοια σε μορφή SKOS:

RDF/XML TURTLE JSON-LD Τροποποιήθηκε 2020-05-27 Δημιουργήθηκε 2015-10-03